#θέμα: urban kNOwlEDGE / αστικά φάσματα γνώσης
#φοιτητές: Αναξαγόρου Γ.
#χρονολογία: 2013
#μάθημα: Διπλωματική Εργασία
#σχολή/τμήμα: Πανεπιστήμιο Κύπρου – Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών#επιβλέποντες: Φιλοκύπρου Μ., Χαραλάμπους Ν.
urban kNOwlEDGE / αστικά
φάσματα γνώσης
Η διπλωματική εργασία μελετά τον ρόλο του πανεπιστημίου στη σημερινή
κοινωνία και το πώς αποτελεί μέρος της σύνθεσης μιας πόλης, ως προς το
πρόγραμμα του αλλά και τον αρχιτεκτονικό του χαρακτήρα. Συγκεκριμένα η ανάλυση
στηρίζεται στον ιστορικό πυρήνα της παλιάς Λεμεσού, όπου εγκαθιδρύθηκε το
Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου (ΤΕΠΑΚ) και λειτουργεί τα τελευταία χρόνια.
Στόχο αποτελεί η διερεύνηση νέων φασμάτων γνώσης, πέρα από τη μονοπρογραμματική
λειτουργία, η οποία προσφέρεται από ένα πανεπιστήμιο. Η περιοχή της παλιάς
πόλης, πριν την εγκατάσταση του ΤΕΠΑΚ, υπολειτουργούσε και περνούσε φάσεις
σταδιακής κατάπτωσης. Η προσαρμογή του εντός της πόλης, άρχισε να ενεργοποιεί
την αστική κλίμακα και να αποτελεί εργαλείο διατήρησης και εξέλιξης της. Η
τοποθέτηση του εντός του πυρήνα της πόλης άρχισε να την αναχαιτίζει και να
ενσωματώνει σε αυτήν νέες δραστηριότητες (καφετερίες, βιβλιοπωλεία, μπαράκια
κτλ.), οι οποίες ενεργοποιήθηκαν παράλληλα με τη λειτουργία του πανεπιστημίου
και τις ανάγκες των νέων χρηστών (φοιτητές). Η ανάπτυξη της όμως παραμένει
μονόπλευρη αφού προσεγγίζει κυρίως φοιτητές και νέους, αποκλείοντας άλλα αστικά
σύνολα από τη δράση της. Η αρχιτεκτονική προσέγγιση της μελέτης προσπαθεί να
απαντήσει στο ερώτημα “Πώς μέσα από τις πρακτικές εφαρμογές της γνώσης, θα
μπορούσε η πόλη να επαναπροσδιορίσει το ρόλο της, ενεργοποιώντας διαφορετικά
επίπεδα γνώσης, σε ένα καινούριο πλουραλιστικό σύστημα, το οποίο θα μπορούσε να
προσεγγίσει διαφορετικές ομάδες χρηστών;” Το ερώτημα αυτό τείνει να απαντηθεί
κάτω από το στρώμα της γνώσης, με διαφορετικές προσεγγίσεις.
Η παλιά πόλη προσφέρει μοντέλα οργάνωσης του χώρου, ο υφιστάμενος αστικός
ιστός, οι δρόμοι, οι πεζόδρομοι, τα κτίρια, υπάρχουν. Το ερώτημα είναι πώς
μπορεί να προσαρμόζεται στις μεταβολές της κοινωνικής ζωής μέσα από τις ανάγκες
που προκύπτουν στη σύγχρονη κοινωνία. Η πόλη που δεν επιδέχεται αλλαγές και
παραμένει ίδια, χωρίς να προσαρμόζεται στα δεδομένα της εποχής σιγά σιγά
αλλοιώνεται και στοιχειώνει τον ίδιο τον εαυτό της. Το πανεπιστημιακό
πρόγραμμα, το οποίο εντάχτηκε στον αστικό ιστό αποτελεί εργαλείο
επαναπροσαρμογής του χώρου σε ένα νέο σύστημα βασισμένο αρχιτεκτονικά στο
παλιό. Στα κελύφη των κτιρίων εντάσσονται νέα προγράμματα, τα οποία αποτελούν
τους διαφορετικούς κλάδους του ΤΕΠΑΚ, τα οποία αρχίζουν παρασιτικά να
επαναπροσδιορίζουν τις λειτουργίες της περιοχής.
Η σύνθεση εφαρμογής τους αναλύεται εντατικά στην μελέτη αυτή. Ξεκινώντας
από το γενικό πλαίσιο χωροθέτησης τους σε σχέση με τον υφιστάμενο αστικό ιστό,
εντοπίζονται χαρακτηριστικά αρκετά αδιέξοδα να γειτνιάζουν με τα τμήμα του
πανεπιστημίου. Οι δρόμοι περιμετρικά των κτιρίων χρησιμοποιούνται εξολοκλήρου
από τα αυτοκίνητα, εμποδίζοντας τη διακίνηση με άλλα μέσα μεταφοράς (ποδήλατα)
αλλά και με τα πόδια.
Στη συνέχεια αναλύεται το πρόγραμμα του ΤΕΠΑΚ, το οποίο ουσιαστικά είναι
χωροθετημένο σε τρεις διαφορετικές περιοχές της πόλης. Το δημόσια κτίρια του
πανεπιστημίου δημιουργούν εσωστρεφείς πλατειακούς θύλακες ενώ ο κάθε κλάδος
αποτελεί απομονωμένο κτίριο αφού, οι όψεις τους έχουν ένα καθαρά εσώκλειστο
χαρακτήρα. Λειτουργούν ως κλειστά προγραμματικά συστήματα, ανεξάρτητα από την
περιοχή την οποία στεγάζονται ενεργοποιώντας την αποσπασματικά. Εντοπίζονται
διάτρητα στοιχεία στις όψεις των εσωστρεφών κτιρίων, τα οποία αποτελούν οι
στοές, οι οποίες στη συνέχεια θα λειτουργήσουν ως στοιχείο εξωτερίκευσης του
εσωτερικού προγραμματικού χαρακτήρα του κάθε κτιριακού συμπλέγματος. Περαιτέρω, στην μία από τις τρεις περιοχές,
στις οποίες στεγάζονται τμήματα του πανεπιστημίου, εντοπίζονται αστικά κενά,
αλλά και δρόμοι αφιλόξενοι για τους πεζούς. Συγκεκριμένα ένα αστικό κενό
αποτελεί το τεμάχιο στο οποίο βρίσκεται ο υδατόπυργος, ο οποίος αποτελεί
ιστορικό μνημείο για την πόλη, αλλά αφέθηκε εγκαταλελειμμένος, χάνοντας την
ουσία της ύπαρξης του, ως ένα σημαντικό οικοδομικό επίτευγμα της τεχνολογίας
αλλά και ως προς τη χρήση του.
Εκτενέστερα, η ανάλυση ερευνά στο σύνολο του τον ιστορικό πυρήνα και γενικά
το πώς αναπτύσσεται και λειτουργεί. Οι χρήσεις του σε κάποιες περιοχές
επεκτείνονται στους πλατειακούς χώρους
αλλά και στο δρόμο, ενεργοποιώντας και ενδυναμώνοντας το χαρακτήρα των
περιοχών. Σε κάποια άλλα σημεία οι χρήσεις διατηρούν εσωστρεφή χαρακτήρα,
απομονώνοντας τον εαυτό τους από την πόλη, έστω και αν υφίστανται στην περιοχή.
Έπειτα μελετούνται οι κινήσεις των πεζών, οι οποίες κατά τη διάρκεια της
μέρας αλλά και της νύκτας διακλαδώνονται σε ένα συγκεκριμένο χώρο, ο οποίος
αποτελεί χώρο στάθμευσης, ο οποίος αποκτά την ιδιότητα λειτουργίας του ως
πέρασμα (through space). Γειτνιάζει με τμήματα του
πανεπιστημίου, τον εμπορικό δρόμο της πόλης και το παλιό παντοπωλείο. Έπειτα
αποτελεί τη κύρια στάση λεωφορείων στην παλιά Λεμεσό. Η ανάλυση ενισχύεται μέσα
από έρευνα με ερωτηματολόγια τα οποία δόθηκαν σε εκατό χρήστες της περιοχής
(διαφορετικών ηλικιών) με στόχο της διερεύνησης της διακίνησης στην πόλη και
τους κύριους ενεργοποιημένους χώρους. Προκύπτει ότι οι νέοι είναι οι κύριοι
χρήστες της περιοχής, ενώ άλλα κοινωνικά σύνολα κινούνται στην περιοχή μόνο για
εμπορικούς σκοπούς αλλά και για τη διευθέτηση των πολιτικών τους διακανονισμών
(στην περιοχή βρίσκονται δημόσια κτίρια π.χ. δημαρχείο). Οι προσβάσεις στην
περιοχή αποτελούν κυρίως τις αρτηρίες των δρόμων. Ποδηλατοδρόμοι και πεζόδρομοι
δεν υπάρχουν, οπότε ενισχύεται η χρήση του αυτοκινήτου, αποθαρρύνοντας τις
διακινήσεις με άλλα μέσα.
Εντοπίζονται παράλληλες εφήμερες δραστηριότητες, οι οποίες προκύπτουν από
την ενεργοποίηση της περιοχής από νέους. Οι πλατειακοί χώροι των δημόσιων
κτιρίων αλλά και οι δρόμοι, φιλοξενούν συχνά καλλιτεχνικά φεστιβάλ (χορού, graffiti, ζωγραφικής
κτλ.), παροτρύνοντας τη χρήση των χώρων αυτών με εφήμερα προγράμματα. Τις
ώρες κατά τις οποίες λαμβάνουν χώρο οι
δραστηριότητες αυτές αποθαρρύνεται η
διακίνηση με αυτοκίνητο εντός της περιοχής, αφού καταλαμβάνουν τους δρόμους και
τις πλατείες οι συλλογικές δραστηριότητες. Οπότε από τη
μεταφορά (transport) οδηγούμαστε στη συνδιαλλαγή (transaction).
Συμπερασματικά από την ανάλυση προκύπτει ότι υπάρχει δυσκολία διακίνησης
μεταξύ των διαφορετικών περιοχών με τα πόδια ή τα ποδήλατα. Παράλληλα εντοπίζονται οι θύλακες εντός της
πόλης αλλά και τα απενεργοποιημένα σημεία. Στόχος είναι η ενδυνάμωση των
χώρων αυτών αλλά και η ενοποίηση τους
στο αστικό σύνολο μέσα από την έννοια της γνώσης. Μέσα από την έρευνα εντοπίζονται
στρατηγικά σημεία τα οποία θα αποτελέσουν αντλίες ενεργοποίησης του αστικού
ιστού στο σύνολο του, σε όλα τα επίπεδα και για όλες τις κοινωνικές ομάδες. Οι
περιοχές παρέμβασης είναι διαφορετικών κλιμάκων, τις οποίες αποτελούν: τα
αδιέξοδα, οι πλατειακοί χώροι των δημόσιων κτιρίων, οι στοές των κτιρίων του
πανεπιστημίου, ο χώρος στάθμευσης και η περιοχή του υδατόπυργου. Ορίζονται
διαφορετικές στρατηγικές ανάλογα με την κλίμακα και τη τοποθεσία της παρέμβασης
ως προς τα όρια, την εφημερότητα ή την μονιμότητα της κατασκευής αλλά και ως
προς τους χρήστες που στοχεύει να εξυπηρετήσει. Το αρχιτεκτονικό εργαλείο θα
αποτελέσει η δημιουργία “μονοπατιών γνώσης”, με διαφορετικές προγραμματικές
λειτουργίες, ανάλογα από τις ανάγκες των χρηστών και τις γειτνιάσεις των
σημείων παρέμβασης. Η “νέα” γνώση (tacit knowledge) αφορά την επέκταση του προγράμματος, του
κάθε πανεπιστημιακού κλάδου στις πρακτικές εφαρμογές του, έτσι ώστε να
ενθαρρύνει τους φοιτητές να διδαχθούν μέσα από τις εμπειρίες του θέματος
τους. Έπειτα διευρύνεται στην
ενσωμάτωση προγραμμάτων γνώσης διαφόρων
θεμάτων, τα οποία αφορούν σε γενικό πλαίσιο τους κάτοικους της και τους ενθαρρύνουν να ενταχθούν στην παλιά
πόλη. Το πρόγραμμα προκύπτει μέσα από τις ανάγκες τους αλλά και την επίτευξη
του στόχου για ένα νέο είδος γνώσης που αφορά το κάθε άτομο ξεχωριστά αλλά και
το σύνολο τους.
Ξεκινώντας από τις στρατηγικές στους μεγάλους χώρους, και συγκεκριμένα στο
χώρο στάθμευσης, στόχος είναι η επέκταση των ορίων του εκτός της περιοχής
παρέμβασης αλλά και η τοποθέτηση μόνιμης κατασκευής με ελαφριά υλικά, έτσι ώστε
οποιαδήποτε στιγμή να μπορεί να μεταβληθεί ο χώρος σε άλλες προγραμματικές
λειτουργίες. Προγραμματικά προτείνεται η δημιουργία χώρου παραγωγής υφασμάτων.
Το πρόγραμμα προκύπτει από τον εμπορικό δρόμο που γειτνιάζει με το τεμάχιο
παρέμβασης και το παλιό παντοπωλείο. Αποτελούν χώρους μαζικής πώλησης,
παραβλέποντας την ενδιάμεση διαδικασία παραγωγής, η οποία αποτελεί βασικό άξονα
γνώσης. Η διαδικασία παραγωγής ξεκινά από τις καλλιέργειες των φυτών, τα οποία
μετέπειτα μελετούνται σε εργαστήρια (από φοιτητές και ειδικούς) και
προτείνονται νέα είδη νημάτων. Στη συνέχεια τα νήματα επεξεργάζονται στις
βιοτεχνίες και πωλούνται στους χρήστες της περιοχής. Η διαδικασία και η
χωροθέτηση του προγράμματος αποτελούν διαφορετικά μονοπάτια γνώσης.
Συγκεκριμένα δημιουργούνται τρία μονοπάτια (εμπορική πορεία, πορεία διαδικασίας
παραγωγής, πορεία μελέτης). Οι πορείες αυτές έχουν ως αφετηρίες στρατηγικά
σημεία για ενίσχυση της εμπορικής ζώνης της περιοχής, η οποία λόγω της
οικονομικής κρίσης, πάσχει σθεναρά. Η εμπορική πορεία (shopping path) τοποθετείται στο ισόγειο ξεκινώντας από
το παντοπωλείο και καταλήγοντας εντός ενός πολυκαταστήματος της Ανεξαρτησίας. Η
πορεία διαδικασίας παραγωγής (progress path) ξεκινά από το παντοπωλείο, συνεχίζει σε
χώρο καλλιεργειών, σε σημείο όπου απλώνονται τα νήματα και βάφονται, στα
εργαστήρια, μετέπειτα στις βιοτεχνίες και στο τέλος καταλήγει εντός του
πολυκαταστήματος, ενοποιώντας τον εμπορικό δρόμο με την υπόλοιπη περιοχή. Η
πορεία μελέτης συσχετίζεται και ενσωματώνεται με την πλατεία του δημόσιου χώρου
του ΤΕΠΑΚ επεκτείνοντας την και ενσωματώνοντας σε αυτή και άλλες χρήσεις
πανεπιστημιακού χαρακτήρα (βιβλιοθήκη, γραφειακοί χώροι συνεδριάσεων, χώροι
υπολογιστών κτλ.).
Στη συνέχεια μελετάται η περιοχή του υδατόπυργου , η οποία αποτελεί στρατηγικό
σημείο. Οι στρατηγικές που εφαρμόζονται αφορούν την ενεργοποίηση του αστικού
κενού και την ενσωμάτωση στον υπόλοιπο αστικό ιστό. Έπειτα μελετάται το πώς ο
υδατόπυργος θα ενταχθεί κτιριολογικά αλλά και προγραμματικά εντός της παλιάς
πόλης. Στην περιοχή υφίστανται διαφορετικές χρήσεις, ξένες μεταξύ τους. Υπάρχει
το παλιό νοσοκομείο, το αστυνομικό τμήμα, η τεχνική σχολή, τμήματα του ΤΕΠΑΚ
(τμήμα υγείας, κτίριο αθλοπαιδιών και γυμναστήριο) και ο υδατόπυργος. Η περιοχή
χαρακτηρίζεται από μεγάλους δρόμους, οι οποίοι αποθαρρύνουν τη διακίνηση των
πεζών. Στόχος η ομαλή συνύπαρξη των υφιστάμενων προγραμματικών χρήσεων κάτω από
την έννοια της γνώσης και συγκεκριμένα της υγείας του σώματος (αφού αποτελεί
κοινό σημείο μεταξύ των χρήσεων της περιοχής). Φοιτητές του τμήματος υγείας θα
στεγάζονται στους κτιριακούς χώρους της παρέμβασης, οι οποίοι θα μελετούν νέες
ασκήσεις για την υγεία του σώματος, εξυπηρετώντας ασθενείς του νοσοκομείου,
τους κάτοικους της περιοχής αλλά και τους αστυνομικούς για την εκπαίδευση τους.
Το δομικό σύστημα της παρέμβασης αποτελεί από μόνο του σύστημα διαφορετικών
ασκήσεων εκγύμνασης. Η πορεία που δημιουργείται ενοποιεί τα διαφορετικά κτίρια
της περιοχής, τα οποία τώρα θα κινούνται σε έναν κύριο άξονα. Η πορεία υγείας
του σώματος (body health path) περνά πάνω από το κύριο δρόμο,
λειτουργώντας ως γέφυρας διακίνησης και διασταύρωσης της περιοχής με ασφαλή
τρόπο, δημιουργώντας ποδηλατόδρομο και πεζόδρομους. Η κατασκευή είναι ελαφριά
και επομένως εύκολο να αφαιρεθεί, σε περίπτωση μεταβολής των αναγκών της
περιοχής.
Στη συνέχεια μεταφερόμαστε σε στρατηγικές εφαρμογές στις πιο μικρές
κλίμακες. Συγκεκριμένα οι στοές θα αποτελέσουν χώρους εξωστρέφειας των
τμηματικών κλάδων του ΤΕΠΑΚ. Οι στρατηγικές περιλαμβάνουν τη χρήση εφήμερων
κατασκευών με την ίδια λογική κατασκευής των πιο πάνω χώρων παρέμβασης.
Προτείνονται διαφορετικά προγράμματα στις στοές των τμημάτων του ΤΕΠΑΚ. Το
πρόγραμμα προκύπτει από τις ανάγκες των κατοίκων, το κλάδο που στεγάζεται στο
χώρο όπου γειτνιάζουν οι στοές αλλά και το κύριο άξονα της γνώσης. Στην στοά
του τμήματος Γεωτεχνικών Επιστημών και Περιβαλλοντικής Διαχείρισης προτείνεται
η δημιουργία χώρων μελέτης των φυτών και η παραγωγή προϊόντων για χρήση τους σε
βιολογικό εστιατόριο, λόγω της ανάγκης των δημόσιων υπαλλήλων της περιοχής για
χώρο στον οποίο θα μπορούν να γευματίζουν το μεσημέρι. Στη στοά που βρίσκεται
στο κτίριο του τμήματος Διαχείρισης Τουρισμού, προτείνεται η δημιουργία χώρου
προβολής της ιστορίας της Λεμεσού, δημιουργώντας μονοπάτι ιστορικής ενημέρωσης.
Στη στοά του τμήματος Μηχανικής Υλικών προτείνεται η δημιουργία χώρου
παιχνιδιού (playscape) μέσα από τα διαφορετικά υλικά. Οπότε μέσα από το
παιχνίδι προωθείται η γνώση των ιδιοτήτων των διαφορετικών υλικών, στα παιδιά
των δημόσιων υπαλλήλων (οι οποίοι δεν έχουν κάπου να τα αφήσουν). Οι στοές
λειτουργούν έπειτα ως πορείες αφού αποτελούν συνέχεια της διαδρομής εντός της
πόλης και τη μεταφορά από ένα σημείο σε άλλο.
Στη συνέχεια προτείνονται οι στρατηγικές στις πλατείες των δημόσιων
κτιρίων. Το αρχιτεκτονικό πρόγραμμα το οποίο προτείνεται είναι η δημιουργία
ποδηλατοδρόμων αλλά και στάσεων ποδηλάτου για την ασφαλέστερη διακίνηση στην
περιοχή αλλά και ενθάρρυνση χρήσης άλλων μέσων διακίνησης.
Έπειτα στρατηγικές εφαρμόζονται και στα αδιέξοδα, τα οποία γειτνιάζουν με
τα τμήματα του πανεπιστημίου. Προτείνεται η δημιουργία πλατειών, έτσι ώστε να
λειτουργούν ως προεκτάσεις των τμημάτων του πανεπιστημίου και γενικά ως τις
αυλές τους.
Τα μονοπάτια που δημιουργούνται μεταξύ των περιοχών λειτουργούν ως ενιαία
αλυσίδα, η οποία ενεργοποιεί και ενοποιεί τον αστικό ιστό, φυσικά και
προγραμματικά. Τα μονοπάτια καταλαμβάνουν αστικά κενά, χώρους στάθμευσης,
τμήματα των κτιρίων του πανεπιστημίου, πλατείες δημόσιων κτιρίων και αδιέξοδα
δημιουργώντας ένα καινούριο στρώμα χρήσεων, το οποίο εξαπλώνεται παντού
σπάζοντας τα όρια των θυλάκων που δημιουργήθηκαν. Μέσα από τις χρήσεις των
μονοπατιών, η πόλη λειτουργεί ως ένα ενεργό και παραγωγικό εργαστήρι,
προτείνοντας ένα νέο μοντέλο οργάνωσης της. Συμπερασματικά η παραδοσιακή
ταυτότητα της περιοχής προσαρμόζεται στις πραγματικότητες και τις ανάγκες της
νέας εποχής διατηρώντας την ενεργή και συγκροτημένη.
No comments :
Post a Comment